Υπέρ της ακύρωσης ή τροποποίησης του νόμου 4982/2022, οι επιχειρηματικοί και βιομηχανικοί φορείς της Δυτικής Ελλάδας
Τον κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας, του κλεισίματος λειτουργίας υφισταμένων εταιρειών αλλά και της αποθάρρυνσης νέων επενδύσεων στις βιομηχανικές περιοχές έθεσαν οι παραγωγικοί φορείς της ΠΔΕ στην πρόσφατη συνεδρίαση του ΣΕΑΔΕ σε σχέση με το προσχέδιο κανονισμού της ΕΤΒΑ στο πλαίσιο του νόμου 4982/2022. Τα μέλη του ΣΕΑΔΕ ήτοι οι σημαντικοί επιχειρηματικοί και βιομηχανικοί φορείς της Δυτικής Ελλάδας τάχθηκαν υπέρ της ανάγκης άμεσης ακύρωσης ή ριζικής τροποποίησης του νόμου 4982/2022, με ομόφωνη απόφαση.
Όπως προέκυψε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Εκτελεστικής Επιτροπής του ΣΕΑΒΕ, που πραγματοποιήθηκε χθες ο μεσημέρι υπό την προεδρία του Aντιπεριφερειάρχη Επιχειρηματικότητας Έρευνας και Καινοτομίας, Φωκίωνα Ζαΐμη προκειμένου να εξεταστεί ο προτεινόμενος από την ΕΤΒΑ-ΒΙΠΕ νέος Κανονισμός Λειτουργίας για την ΒΙΠΕ Πάτρας, οι πολύ σημαντικοί φορείς που έλαβαν μέρος, τάσσονται ομόφωνα και κατηγορηματικά κατά του νόμου 4982/2022 , προτείνοντας την ακύρωσή του ή την τροποποίηση και αναθεώρηση σημαντικών διατάξεών του.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τις αναλυτικές απόψεις και τα επιχειρήματα στα οποία αναφέρθηκαν, ο κ. Πέτρος Μαντάς, πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εγκατεστημένων Επιχειρήσεων σε ΒΙΠΕ-ΠΑΣΕΒΙΠΕ, ο κ. Κλεομένης Μπάρλος, πρόεδρος τουΣυνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών Πελοποννήσου & Δυτικής Ελλάδος, ο κ. Δημήτρης Λειβαδάρος, πρόεδρος του Συνδέσμου Εγκατεστημένων Επιχειρήσεων στη ΒΙ.ΠΕ. Πατρών-ΣΕΒΙΠΑ, ο κ. Βασίλης Καλαμάρας, αρμόδιος εκπρόσωπος για τις ΒΙΠΕ του ΕΒΕ Αχαϊας και ο κ. Γιώργος Βαγενάς, πρόεδρος της ΟμοσπονδίαςΕμπορικών Συλλόγων Πελοποννήσου και Νοτιοδυτικής Ελλάδος, οι επιπτώσεις του προτεινόμενου Κανονισμού για τις εγκατεστημένες επιχειρήσεις θέτει εν αμφιβόλω την βιωσιμότητά τους. Ο Κανονισμός χαρακτηρίστηκε ως ακραία άδικος και θέτει εν αμφιβόλω την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων. Όπως χαρακτηριστικά επισημάνθηκε, ο προτεινόμενος κανονισμός, η διαβούλευση για τον οποίο μετατέθηκε χρονικά μέχρι τον Ιούλιο, είναι άμεσο αποτέλεσμα του νόμου 4982/2022, είναι ακραία άδικος, εμφανώς χωρίς καμία αναπτυξιακή λογική, διεξάγεται χωρίς καν οι ΒΙΠΕ να έχουν υπαχθεί στο νέο καθεστώς και το κυριότερο θέτει υπαρξιακό ζήτημα για τις εγκατεστημένες επιχειρήσεις.
Χαρακτηριστικά και μόνον δείγματα της φιλοσοφίας του Κανονισμού, όπως προωθείται από την ΕΤΒΑ-BIΠΕ με την ιδιότητα του Φορέα Διαχείρισης και Εκμετάλλευσης Επιχειρηματικών Πάρκων-ΦΟΕ, είναι:
- Η ευθεία αμφισβήτηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ατομικής ιδιοκτησίας, αφού παρέχει τη δυνατότητα έως και της δέσμευσης της χρήσης της ακίνητης περιουσίας των εγκατεστημένων επιχειρήσεων - Ιδιοκτητών Γης.
- Η μείωση εφεξής της υπεραξίας οικοπέδων και επενδύσεων με απόφαση και υπέρ της Διαχειρίστριας, σε περίπτωση μεταβίβασης, χωρίς καθόλου να διευκρινίζονται τα κριτήρια.
- Η υπέρμετρη εκ νέου αύξηση στα κόστη λειτουργίας και διαχείρισης, χωρίς να βελτιώνει αντίστοιχα τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Σημειωτέον, οι εγκατεστημένες επιχειρήσεις, δεν έχουν κανέναν λόγο στη διαμόρφωση του ύψους των κοινοχρήστων, τα οποία βρίσκονται ήδη σε πολύ υψηλά επίπεδα, απειλώντας τη βιωσιμότητα τους.
- Ο παντελής αποκλεισμός των επιχειρήσεων από οποιαδήποτε απόφαση για επενδύσεις που τις αφορούν και οι οποίες θα πρέπει να γίνουν εντός των Πάρκων, καθώς σύμφωνα με τον Κανονισμό, αποκλειστικά αρμόδιος να αποφασίζει για το θέμα, είναι μόνον η Διαχειρίστρια. Πλην όμως, οι επιχειρήσεις σύμφωνα με το ίδιο άρθρο του προτεινόμενου κανονισμού θα είναι υποχρεωμένες να πληρώνουν για τις όποιες επενδύσεις, ανεξάρτητα από το κόστος τους καιανεξάρτητα από το αν αυτές ανταποκρίνονται στις πραγματικές τους ανάγκες…
Επιπλέον, ο προτεινόμενος από την ίδια ιδιωτική εταιρία κανονισμός λειτουργίας (πανομοιότυπος για όλους τους ΟΥΜΕΔ), φέρεται με μια διαδικασία διαβούλευσης και ψηφοφορίας, η οποία, πέραν των ζητημάτων αντισυνταγματικότητας που εγείρονται βάσει των εξουσιοδοτικών διατάξεων του ίδιου του νόμου, είναι παντελώς καταχρηστική και ενάντια στους κανόνες της συνετής και χρηστής διαχείρισης.
Στις τοποθετήσεις των επιχειρηματικών φορέων της Δυτικής Ελλάδας, δηλώθηκε ομόφωνα η αμετάκλητη απόφαση να αγωνιστούν μέχρι τέλους για τηνακύρωση του νόμου 4982/2022 και για έναν δίκαιοκανονισμό λειτουργίας των επιχειρήσεωνεντός Πάρκων, που θα προκύπτει από μια δημοκρατική διαδικασία, θα λαμβάνει υπόψη το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα ψήφου σε εκατοντάδες επιχειρήσεις – Ιδιοκτήτες Γης στις ΒΙΠΕ και επιπλέον να τους παρέχει τη δυνατότητα να έχουνλόγο για τις αναγκαίες επενδύσεις που θα πρέπει να γίνουν στα Επιχειρηματικά Πάρκα.
Σε ότι αφορά ειδικότερα τις επενδύσεις , οι εκπρόσωποι των επιχειρηματικών φορέων υπενθύμισαν ότι οι ελάχιστες υποδομές που έχουν γίνει εδώ και δεκαετίες στις ΒΙΠΕ, οφείλονται στις επιχειρήσεις αυτές, που με τις επενδύσεις τους, υπήρξαν και παραμένουν οι μοναδικοί πραγματικοί και σταθεροί υπέρμαχοι του θεσμού. Επιπλέον, δήλωσαν, ότι οι εγκατεστημένες επιχειρήσεις θα είναι παρούσες και με συγκεκριμένες προτάσεις, στα οποία επενδυτικά σχέδια προωθούνται για τις ΒΙΠΕ ερήμην τους.
Ο κ Ζαΐμης τόνισε ότι η ΠΔΕ συντάσσεται με τις παραγωγικές δυνάμεις της περιοχής και θεωρεί ότι το δικαίωμα της ιδιοκτησίας σε κοινόχρηστα οικόπεδα δεν μπορεί αυθαιρέτως να μεταβιβάζεται σε ιδιωτικές εταιρείες διαχείρισης, ούτε μια σειρά από αδειοδοτικές διαδικασίες του δημοσίου χωρίς σαφές πλαίσιο και χρονοδιάγραμμα. Αυτό αποτελεί ισχυρό αντιαναπτυξιακό μέτρο που δεν βοηθά την μέχρι σήμερα βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος που έχει επιτευχθεί με μείωση της ανεργίας στην ΠΔΕ στο 9,5% σε σχέση με το 12,5%Μ.Ο. στην χώρα. Είναι κρίμα οι προσπάθειες που καταβάλουμε ως ΠΔΕ μαζί με την επιχειρηματικότητα της περιοχής για την μείωση της ανεργίας και την προσέλκυση νέων επενδύσεων σε οργανωμένες κυρίως περιοχές να υποδαυλίζονται από τέτοιου είδους εισπρακτικές λογικές και πρακτικές προερχόμενες από την εν λόγω τράπεζα. Η διαχείριση των βιομηχανικών περιοχών πρέπει να γίνεται με κριτήρια αναπτυξιακά και όχι μόνον εισπρακτικά ή τραπεζικά. Επίσης θα πρέπει να υπάρχει σαφές και σταθερό πλαίσιο αδειοδοτήσεων και λειτουργίας για πενήντα τουλάχιστον χρόνια ώστε να γνωρίζει εκ των προτέρων τόσο ο εγκατεστημένος όσο και ο εν δυνάμει επενδυτής το πλαίσιο λειτουργίας του.